Το όνομά της έχει ταυτιστεί με το έπος του '40, είναι άλλωστε η «τραγουδίστρια της νίκης», όπως έμεινε στην ιστορία, αφού τα δικά της τραγούδια ήταν αυτά που κρατούσαν ψηλά το φρόνημα όλων, στρατιωτών και πολιτών. Αυτό, όμως, όσο δίκαιο είναι, άλλο τόσο... άδικο είναι παράλληλα, αφού η Σοφία Βέμπο, για την οποία ο λόγος, είχε μία φωνή που μπορούσε να πει τα πάντα, μπορούσε να σε ταξιδέψει παντού. Και η απόδειξη για αυτό, ή μάλλον μία από τις αποδείξεις, είναι και το τραγούδι «Πόσο λυπάμαι», το ωραιότερο ελληνικό βαλς που σε ταξιδεύει σε μια άλλη εποχή, διαφορετική, πιο αληθινή, στην εποχή της Παλιάς Αθήνας...
Για να σε εκδικηθώ: Η ιστορία του διάσημου τραγουδιού 〉
Η ιστορία του τραγουδιού «Πόσο λυπάμαι»
«Τα χρόνια και η ερωτική μου ζωή είναι κάτι δικό μου, κάτι που δεν θα το μάθετε ποτέ. Από το στόμα μου τουλάχιστον. Έρωτες και χρόνια δεν σας ενδιαφέρουν. Από έρωτες λοιπόν μόνο ό,τι ξέρετε. Κι από χρόνια μόνον ό,τι βλέπετε κι ό,τι νομίζετε», είχε πει κάποτε σε μια συνέντευξή της, δείχνοντας ότι ήθελε να διαχωρίσει την καριέρα της από την προσωπική της ζωή. Κάτι που δεν ήταν πάντα εφικτό, αφού ο συγγραφέας και στιχουργός Μίμης Τραϊφόρος, ο άντρας που την αγάπησε περισσότερο από όλους, τραγούδησε για αυτή. Τραγούδησε για την αγάπη του.
Η Βέμπο, από την πλευρά τους, τραγουδούσε για τα πάντα. Ήταν τέτοια η φωνή της, τέτοιο το εύρος του ρεπερτορίου της, που μπορούσε να πει πραγματικά τα πάντα. Και το απέδειξε, άλλωστε, με όσα μουσικά «διαμάντια» άφησε ως κληρονομιά. Ανάμεσα σε αυτά, σήμερα, επιλέγουμε να σταθούμε στο «Πόσο λυπάμαι», ένα τραγούδι του 1938, το οποίο παραπέμπει φυσικά σε εκείνη την εποχή, παραπέμπει στην Παλιά Αθήνα, μια εποχή, μια πόλη που όσοι την έζησαν θεωρούνται και είναι τυχεροί.
Μια εποχή στην οποία όλα ήταν διαφορετικά. Ακόμη και τα ονόματα... Το σημερινό Κολωνάκι ήταν τα... Κατσικάδικα. Το Θησείο ήταν τα Αλώνια, η σημερινή Πεύκη ήταν η Μαγκουφάνα, η περιοχή της οδού Πατησίων ήταν η Λεβίδη. Εντελώς άλλος κόσμος, άλλο σκηνικό, άλλοι άνθρωποι και άλλη νοοτροπία, άλλος τρόπος για να ζεις τη ζωή, τις χαρές της, τις λύπες της, τις δυσκολίες της. Με έναν κοινό παρονομαστή: Τη φωνή της Σοφίας Βέμπο.
Ζητάτε να σας πω: Η ιστορία του θρυλικού τραγουδιού που γράφτηκε μέσα σε 10 λεπτά! 〉
Η Παλιά Αθήνα
Αυτή τη φωνή που αποτελούσε το καλύτερο «ντύσιμο» για εικόνες από την Παλιά Αθήνα, εικόνες με άμαξες στους δρόμους, με το παλιό τραμ που έγραψε τη δική του ιστορία, εικόνες με το Σύνταγμα να είναι εντελώς διαφορετικό, να είναι μια περιοχή που ονομαζόταν Περιβολάκια, με τους κατοίκους των Αθηνών να κάνουν τις βόλτες τους είτε ντυμένοι άψογα είτε ντυμένοι φτωχικά. Γιατί δεν υπήρχε μόνο η «καλή κοινωνία», η Αθήνα των γραμμάτων και των τεχνών, υπήρχε και η Αθήνα των φτωχών, των δυσκολιών και της ανέχειας.
Μια Αθήνα στην οποία δέσποζε και την οποία «αγκάλιαζε» η φωνή της Σοφίας Βέμπο, η οποία ακόμη και σήμερα μας ταξιδεύει εκεί. Μέσα από τα τραγούδια της που έμειναν στην ιστορία και τα οποία βοήθησαν παράλληλα (βλέπε '40) να γραφτεί αυτή...
Πόσο λυπάμαι
Στίχοι: Βασίλης Σπυρόπουλος και Πάνος Παπαδούκας - Μουσική: Κώστας Γιαννίδης
Πολλές αγάπες γνώρισα αγάπησα και χώρισα
Μα όπου κι αν γυρνούσα εσένα ζητούσα
Στα όνειρα τα χίλια μου σε γύρευαν τα χείλια μου
Σε γύρευε η ψυχή μου και πόθοι κρυφοί μου
Πόσο λυπάμαι τα χρόνια που πήγαν χαμένα
Πριν να γνωρίσω εσένα που πρόσμενα καιρό
Μα πως φοβάμαι πως ίσως μια μέρα σε χάσω
Γιατί να σε ξεχάσω ποτέ δε θα μπορώ
Γείρε κοντά μου αγάπη γλυκιά μου
Θέλω ακόμα ξανά να σου πω
Πόσο φοβάμαι πως ίσως μια μέρα σε χάσω
Και πως να σε ξεχάσω που τόσο σ' αγαπώ
Πόσο λυπάμαι τα χρόνια που πήγαν χαμένα
Πριν να γνωρίσω εσένα που πρόσμενα καιρό
Μα πως φοβάμαι πως ίσως μια μέρα σε χάσω
Γιατί να σε ξεχάσω ποτέ δε θα μπορώ
Γείρε κοντά μου αγάπη γλυκιά μου
Θέλω ακόμα ξανά να σου πω
Πόσο φοβάμαι πως ίσως μια μέρα σε χάσω
Και πως να σε ξεχάσω που τόσο σ' αγαπώ
Ταξίδια στην Ελλάδα
Ας ερχόσουν για λίγο μοναχά για ένα βράδυ: Η ιστορία του τραγουδιού
Ξέχνα ρε Μπίλι τη Φανή: Η ιστορία του αγαπημένου τραγουδιού
Διδυμότειχο μπλουζ: Η ιστορία του τραγουδιού του Λαυρέντη Μαχαιρίτσα